ορίζεται η ιλύς που προέρχεται από σταθμούς καθαρισμού που επεξεργάζονται τα οικιακά ή αστικά λύματα και από άλλους σταθμούς καθαρισμού που επεξεργάζονται λύματα των οποίων η σύνθεση είναι παρόμοια με την σύνθεση των οικιακών ή αστικών λυμάτων.
οργανικό υλικό, πλούσιο σε θρεπτικά συστατικά, που προέρχεται από την επεξεργασία των οικιακών ή αστικών λυμάτων. Τα βιοστερεά περιέχουν άζωτο και φώσφορο μαζί με άλλες συμπληρωματικές θρεπτικές ουσίες σε μικρότερες δόσεις, όπως κάλιο, θείο, μαγνήσιο, ασβέστιο, χαλκό και ψευδάργυρο. Η εφαρμογή των βιοστερεών στη γεωργία βελτιώνει τις ιδιότητες του εδάφους και την παραγωγικότητα των φυτών, και μειώνει την εξάρτηση από ανόργανα λιπάσματα.
Η ιλύς που έχει υποστεί βιολογική, χημική ή θερμική επεξεργασία με μακροχρόνια αποθήκευση ή με οποιαδήποτε άλλη κατάλληλη επεξεργασία ώστε να έχει μειωθεί σημαντικά η ικανότητά της προς ζύμωση και ο κίνδυνος για την υγεία που προκαλεί η χρησιμοποίησή της.
Κάθε καλλιέργεια προς εμπορία και διατροφή καθώς και για κτηνοτροφία, συμπεριλαμβανομένων των δασών και των εν γένει δασικών εκτάσεων.
Η διασπορά της ιλύος επί του εδάφους ή οποιαδήποτε άλλη χρησιμοποίησή της πάνω και μέσα στο έδαφος.
Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που παράγει ή κατέχει επεξεργασμένη ιλύ με σκοπό τη διάθεσή της στη γεωργία.
Η βιολογική αποδόμηση και σταθεροποίηση οργανικής ουσίας, κάτω από συνθήκες που επιτρέπουν την ανάπτυξη θερμόφιλων θερμοκρασιών, ως αποτέλεσμα βιολογικά παραγόμενης θερμότητας και την παραγωγή ενός προϊόντος που είναι σταθερό, ελεύθερο από παθογόνους μικροοργανισμούς και μπορεί να αξιοποιηθεί ευεργετικά στο έδαφος.
Ορίζεται ως η ικανότητα του εδάφους να παρέχει στα φυτά τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά και το νερό.
Νοείται η προσθήκη κατάλληλων ανόργανων ή οργανικών λιπασμάτων, φυτικής κομπόστας, κοπριάς, κλπ. περιλαμβανόμενων και ρυθμιστικών ουσιών του pΗ (π.χ. θειάφι, θειικός σίδηρος, γύψος, δολομίτης, κλπ.) με στόχο τον εμπλουτισμό του εδάφους σε θρεπτικά στοιχεία, ώστε να επιτυγχάνονται:
- η καλή ανάπτυξη των φυτών, η αύξηση της βλαστικής και της ριζικής ανάπτυξης, η αύξηση της άνθησης,
- η εγκατάσταση νεοφυτεμένων δέντρων και θάμνων,
- η βελτίωση του χρωματισμού του φυλλώματος και της όλης εμφάνισης των διακοσμητικών φυτών,
- η διόρθωση ή η πρόληψη τροφοπενιών,
- η διατήρηση της εδαφικής γονιμότητας.
Ως λίπασμα ορίζεται κάθε ουσία, μίγμα, μικροοργανισμός ή οποιοδήποτε άλλο υλικά που χορηγείται ή προορίζεται να χορηγηθεί σε φυτά ή στη ριζόσφαιρά τους, είτε σε καθαρή μορφή είτε αναμεμιγμένο με άλλο υλικό, με σκοπό να παράσχει θρεπτικά στοιχεία στα φυτά και να βελτιώσει την αποδοτικότητα της θρέψης τους.
Μακροστοιχεία ονομάζονται τα στοιχεία που χρησιμοποιούνται από τα φυτά σε μεγάλες ποσότητες, ενώ ιχνοστοιχεία αυτά που χρησιμοποιούνται σε πολύ μικρές ποσότητες (ίχνη- μονάδες ppm).
Ανόργανο ή χημικό είναι το λίπασμα, του οποίου τα δηλούμενα θρεπτικά συστατικά περιέχονται υπό ανόργανη μορφή και έχουν προκύψει από χημική κατεργασία ώστε να είναι αφομοιώσιμα από τα φυτά.
Είναι τα λιπάσματα που περιέχουν άνθρακα και θρεπτικά στοιχεία απόλυτης βιολογικής προέλευσης. Βοηθούν στην ανάπτυξη των φυτών λόγω κυρίως της βελτιωτικής επίδρασης στις φυσικοχημικές ιδιότητες του εδάφους. Συγκριτικά με τα χημικά λιπάσματα παρέχουν πολύ μικρότερη ποσότητα σε θρεπτικά στοιχεία.
Είναι οργανικό λίπασμα. Προέρχεται από τα περιττώματα, τα ούρα και τα υπολείμματα της κλινοστρωμνής των εκτρεφόμενων ζώων μετά από χουμοποίηση (διαδικασία αποσύνθεσης κάτω από αναερόβιες συνθήκες).
Είναι οργανικά λιπάσματα. Η φυτική κομπόστα αποτελείται από 100 % αποσυντεθειμένη οργανική ύλη από νεκρά φύλλα ή άλλα υπολείμματα, που έχουν επιλεχθεί κατά μέγεθος, έχουν κονιορτοποιηθεί, αεριστεί και είναι πλήρως σταθερά και ώριμα.